αὐτοῖν

αὐτοῖν
αὐτός
self
neut gen/dat dual
αὐτός
self
masc gen/dat dual

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αὑτοῖν — ἑαυτοῦ Stadtrecht von Gortyn neut dat dual ἑαυτοῦ Stadtrecht von Gortyn masc dat dual ἑαυτοῦ Stadtrecht von Gortyn neut gen dual ἑαυτοῦ Stadtrecht von Gortyn masc gen dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Déclinaisons du grec ancien — Le grec ancien est une langue flexionnelle dans laquelle le « système nominal » (principalement les noms, les pronoms et les déterminants) est doté d une morphologie riche. On compte cinq cas en grec ancien, associés principalement aux… …   Wikipédia en Français

  • εαυτού — ής, oύ (AM ἑαυτοῡ, ῆς, οῡ Α και αὑτοῡ, ῆς, οῡ) αυτοπαθής αντωνυμία γ προσώπου (α. «ἔρριπτον εἰς ὕδωρ σφᾱς αὐτούς» έπεφταν στο νερό β. «αὐτὸ ἐφ ἑαυτό» μόνο του, άσχετα από άλλα γ. «αὐτὸ καθ ἑαυτό» αυτό εξεταζόμενο μόνο του αποκλειστικά) αρχ. 1.… …   Dictionary of Greek

  • οπότερος — ὁπότερος, επικ. τ. ὁππότερος, ιων. τ. ὁκότερος, έρα, ον (Α) (αντων.) 1. (ως αναφ.) ποιος από τους δύο 2. (με το ἂν ή το κεν και με υποτ. σχετικά με αόρ. γενικότητα) όποιος από τους δύο και αν, οποιοσδήποτε 3. (ως αόρ.) ο ένας από τους δύο, όποιος …   Dictionary of Greek

  • περισσάρις — ο, Ν (στον Ερωτόκρ.) (ιδίως στον πληθ.) οι περισσάροι αυτοί που έχουν πολλά προτερήματα, περίσσιες χάρες, οι υπερέχοντες, οι προέχοντες, οι εξέχοντες («μα σαν οπού πολλές φορές αυτοίν οι περισσάροι κομπώνουνται και πιάνουνται στο δίχτυ σαν το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”